- θυμιατιστής
- οο θυμιαστής.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
θυμιατιστής — ο [θυμιατίζω] θυμιαστής … Dictionary of Greek